- περαταριά
- η1) паром; 2) переправа
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
περαταριά — Πεδινός οικισμός (κάτ., υψόμ. 20 μ.), στην πρώην επαρχία Τιρνάβου, του νομού Λαρίσης. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Ραψάνης. * * * η 1. μέρος κατάλληλο για διάβαση, πορθμείο 2. πλωτό μέσο με το οποίο περνά κανείς από τη μια όχθη ποταμού ή… … Dictionary of Greek
περαταριά — η πορθμείο, εξέδρα πλεούμενη για το πέρασμα από τη μια όχθη στην άλλη, αλλιώς σχεδία, σάλι, το … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Tembi (Gemeinde) — Gemeinde Tembi Δήμος Τεμπών … Deutsch Wikipedia
πέραμα — Oνομασία 6 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (κάτ., υψόμ. 470 μ.), στην πρώην επαρχία Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (κάτ.) στον οποίο ανήκουν 8 κοινότητες. 2. Ημιορεινός οικισμός (κάτ., υψόμ. 230 μ.), στην πρώην… … Dictionary of Greek
Ραψάνη — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 500 μ.), στην πρώην επαρχία Τιρνάβου του νομού Λαρίσης. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (45 τ. χλμ.), στην οποία ανήκουν η Περαταριά (υψόμ. 20 μ.) και ο Άγ. Κωνσταντίνος. Η Ραψάνη είναι χωριό της Θεσσαλίας που παράγει… … Dictionary of Greek
φέριμποτ — το άκλ. (λ. αγγλ.), πορθμείο, σκάφος αβαθές και πλατύ, που είναι διαρρυθμισμένο κατάλληλα, ώστε να διαθέτει όσο γίνεται περισσότερο χώρο για τροχοφόρα, και που εκτελεί δρομολόγια σε στενά θαλάσσια περάσματα, η περαταριά: Πήγα με φέριμποτ από την… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)